Σελίδες

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2011

ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΙΣ

Το κείμενο έχει γραφτεί στις 7 Ιουλίου του 1947.

Πολύ φοβάμαι ότι με όσο πρόκειται να γράψω παρακάτω θα δυσαρεστήσω τους νέους που σπουδάζουν. Και τους γονείς τους που ανυπομονούν να τους δουν με το περιβόητο «χαρτί» στο χέρι, έτοιμους για τη ζωή. Να δυσαρεστηθούν οι γονείς δεν θα με πολυπειράξει. Είναι πολύ σκληρό όμως να πικραίνει κανείς τα σημερινά μαρτυρικά ελληνικά νιάτα, που τούτη η άγρια ώρα τα δεκατίζει χωρίς έλεος.
Όλες οι μπόρες που από χρόνια πολλά δέρνουν αυτό τον τόπο, απάνω στα νιάτα πέφτουν και τα θερίζουν αλύπητα. Αξίζουν λοιπόν οι νέοι

 κάτι παραπάνω από την αγάπη μας – τον σεβασμό μας. Όμως δεν γίνεται αλλιώς. Υπάρχουν κάποιες αλήθειες που είναι από την ίδια την φύση τους σκληρές και πρέπει να λέγονται, όσο κι αν είναι σκληρό το χτύπημα που δίνουν. Μια από αυτές τις αλήθειες είναι και εκείνη που αναγκάζομαι να τονίσω σ’ αυτό εδώ το σημείωμά μου.
Το υπουργείο παιδείας ανακοίνωσε το περιεχόμενο ενός νέου Β. Διατάγματος που παρέχει «διευκολύνσεις» στους στρατευόμενους φοιτητές του Πανεπιστημίου και των άλλων Ανώτατων  Ιδρυμάτων. Δεν πρόκειται μόνο για ευκολίες στην ανανέωση των εγγραφών, στις προθεσμίες  των εξετάσεων, στην εκτέλεση των ασκήσεων και στην πληρωμή των τελών, εγγραφής και εξετάσεων, για τις οποίες όχι μόνο αντίρρηση δεν θα είχε κανείς, αλλά θα μπορούσε και να απαιτήσει να φανεί ακόμα γενναιότερο το κράτος απέναντι στους νέους που αυτή τη την κρίσιμη ώρα της πατρίδας, πιστοί στο καθήκον, σπεύδουν να προσφέρουν το αίμα τους. Δεν πρόκειται λοιπόν για τέτοιες ευκολίες μονάχα. Το υπουργείο, με το νέο διάταγμα  δίνει και προνόμια στους στρατευμένους φοιτητές να περάσουν πιο «ανώδυνα» από τους άλλους συναδέλφους τους τις εξετάσεις και να φτάσουν γρηγορότερα και με ελαστικότερο έλεγχο στο πτυχίο. ΚΙ εδώ ακριβώς είναι η πέτρα του σκανδάλου. Αν ζήτησαν αυτά τα προνόμια οι φοιτητικές οργανώσεις, επιτροπές γονέων και πρεσβείες πολιτευομένων προθύμων πάντα να ευχαριστούν τους εκλογείς τους σε κάθε νόμιμη ή όχι υπόθεση, ή αν μόνο του το υπουργείο έσπευσε να κάνει αυτή τη χειρονομία για να δείξει την ευγνωμοσύνη του Κράτους προς τα στρατευόμενα νιάτα, δεν έχει σημασία. Σημασία έχει το γεγονός αυτό καθαυτό, κι επειδή το ζήτημα έχει μακρά ιστορία στον τόπο μας, αξίζει να το εξετάσει κανείς νηφάλια κι αντικειμενικά.
Αν εξαιρεθεί η δεκαπενταετία 1924 – 1939, δεν υπάρχει μέσα στα τελευταία σαράντα χρόνια μαθητής ή φοιτητής που έκανε τις εγκύκλιες ή τις πανεπιστημιακές σπουδές του κανονικά, από την αρχή ως το τέλος. Που δεν επωφελήθηκε δηλαδή από κάποιους χαριστικούς νόμους για να πηδήξει μια τάξη, να γλιτώσει από τις εξετάσεις ορισμένων μαθημάτων, να προσπεράσει μια αποτυχία χωρίς τις αναπόφευκτες συνέπειες της, να διαπλεύσει επιτέλους τα χρόνια και τις υποχρεώσεις των σπουδών με περισσότερο ή λιγότερο στεγνά τα πόδια. Γιατί από το 1912, ο τόπος αυτός κλυδωνίζεται από πολεμικές θύελλες και έγινε πια πάγια συνήθεια, μόλις κηρυχθεί η χώρα σε κατάσταση πολιορκίας, να αναστέλλονται μαζί με τους άλλους και οι εκπαιδευτικοί νόμοι, σαν να είναι απαραίτητο μέσον για την επιτυχημένη διεξαγωγή του πολέμου, η διάλυση της παιδείας μας.    
Αμέσως αρχίζει η ατελείωτη βροχή των προνομίων. «ευεργετικές διατάξεις» τα ονομάζει με το αμίμητο χιούμορ της, η γλώσσα της  γραφειοκρατίας.
Η διάρκεια των σπουδών συντέμνεται, απλοποιείται ο μηχανισμός των εξετάσεων, ο κατώτερος βαθμός της επιτυχίας κατεβαίνει πιο χαμηλά, παρέχονται δικαιώματα αναδρομικής εγγραφής μετά ή και άνευ προσόντων, φροντιστηριακές ασκήσεις και τμηματικές εξετάσεις  καταργούνται ή συγχωνεύονται – και ο μαθητής ή ο φοιτητής που έχει πηδήξει με ένα απίθανο εις μήκος άλμα όλα τα χαρακώματα εμφανίζεται μπροστά στους καθηγητές του για το απολυτήριο ή το πτυχίο με την αξίωση να τελειώσει κι αυτή η τυπική διαδικασία γρήγορα και χωρίς πολλές διατυπώσεις.
Τότε είναι που τρυφεραίνονται τα πρόσωπα και των αυστηρότερων δασκάλων: ο νέος είναι ένας ηρωικός πολεμιστής, η πατρίδα του έδωκε παράσημα, μπορούμε εμείς α του αρνηθούμε το βαθμό;

Και το περίεργο είναι ότι η παράταξη των υποψηφίων γι’  αυτή την ακατανόητη παρασημοφορία δεν τελειώνει: μετά τους στρατευμένους έρχονται οι ανάπηροι, οι τραυματίες, οι πρόσφυγες, οι πυροπαθείς, οι βομβόπληκτοι, οι πολύτεκνοι… και μόνο οι πωλήσαντες ακίνητα επί κατοχής δεν ζήτησαν ακόμη αυτό το προνόμιο για τα παιδιά τους. Οπωσδήποτε υπάρχει κι εδώ ένας σταθερός νόμος που πρέπει να τον καταγράψουν μαζί με τους άλλους οι κοινωνιολόγοι: παράλληλα κι έπειτα από κάθε πόλεμο δεν έχουμε μόνο νομισματικό πληθωρισμό αλλά και πληθωρισμό σχολικών και πανεπιστημιακών πτυχίων, με ελάττωση φυσικά ή και εκμηδενισμό της αξίας τους.
Τα αποτελέσματα αυτού του πληθωρισμού τα βλέπουμε καθημερινά αλλά άρχισαν να μην μας ενοχλούν επειδή τα συνηθίσαμε. Έχουμε απόφοιτους γυμνασίου που δεν κατορθώνουν να γράψουν μια επιστολή με κάποια ορθογραφική και συντακτική ευπρέπεια. Δασκάλους που γίνονται καταγέλαστοι στις τάξεις τους. Δικηγόρους που δεν μπορούν να υποστηρίξουν μια απλή υπόθεση. Γιατρούς ανίκανους να ξεχωρίσουν μια απλή γρίπη από μία κλασική ελονοσία. Μηχανικούς επιτήδειους να χτίζουν γεφύρια που γκρεμίζονται κ.ο.κ. Και όπου βέβαια έρχεται κατόπιν η ίδια η ζωή και κάνει από μόνη της, χωρίς οίκτο, την επιλογή, οι ακατάρτιστοι επιστήμονες και τεχνικοί αχρηστεύονται με την απραξία. Υπάρχουν όμως και τομείς δράσης, όπου ο αστοιχείωτος μπορεί να ευδοκιμεί ανενόχλητος, όπως π.χ. στις δημόσιες υπηρεσίες που ποτέ δεν απολύουν έναν υπάλληλο για ανικανότητα.
Συνήθως αντιμετωπίζουμε αυτά τα ζητήματα μοιρολατρικά. Λέμε λ.χ. ότι ύστερα από κάθε πόλεμο μοιραία πέφτει μαζί με το οικονομικό επίπεδο και η στάθμη του πνευματικού πολιτισμού του, κι έτσι πιστεύουμε ότι δεν έχουμε καμία ευθύνη , ούτε χρέος να αντιδράσουμε και να προσπαθήσουμε να ελαττώσουμε αυτή την πτώση ή να την κάνουμε όσο το δυνατόν πιο ανώδυνη. Όμως υπάρχει ένας τρόπος να λειτουργήσουμε ανασταλτικά. Και ο τρόπος αυτός είναι να μιλήσουμε παστρικά και γενναία προς τους νέους μας, όταν από αποκτημένη συνήθεια προβάλλουν τις στρατιωτικές τους υπηρεσίες και ζητούν «διευκολύνσεις» στις σπουδές τους. Ελάτε, να τους πούμε, να εξετάσουμε μαζί αν αυτά τα προνόμια είναι πρώτα ηθικά και ύστερα λογικά.
Ηθικά δεν είναι, γιατί όπως στρατεύεσαι και πληγώνεσαι και στρατεύεσαι και σκοτώνεσαι εσύ που σπουδάζεις στο πανεπιστήμιο ή σε άλλες σχολές, έτσι στρατεύεται και θυσιάζεται και ο γεωργός και ο τεχνίτης και ο μικρός εμποράκος. Αφήνεις εσύ τις σπουδές σου στη μέση, αφήνει κι εκείνος το χωράφι και το κοπάδι του στο έλεος του θεού, το μαγαζάκι του που μόλις το άνοιξε είναι τώρα κλειστό κι αραχνιασμένο, η δουλίτσα του πάει να σβήσει. Έχασες χρόνια στο στρατό πολύτιμα; Μήπως και εκείνος δεν τα έχασε; Αυτή είναι η μοίρα τούτου του τόπου: να βασανίζει
τα νιάτα του. Βασανίζεσαι εσύ, βασανίζεται κι εκείνος. Όμως εκείνος όταν γυρίσει, ξαναρχίζει με υπομονή, καρτερικά από την αρχή: βγάζει τ’ αγκάθια από το χωράφι, πάει παραγιός ώσπου να κάνει το δικό του μαγαζάκι, μαθαίνει πάλι την τέχνη που στο μεταξύ κινδύνεψε να την ξεχάσει. Δυσάρεστο; Ναι αλλά αναπόφευκτο, δεν γίνεται αλλιώς. Εσύ γιατί τάχα να ευνοηθείς περισσότερο από αυτόν;


Γιατί να κερδίσεις στην διάρκεια και στους μόχθους της μαθητείας σου, δηλ. της θητείας της ζωής, όσα από την ανάγκη των πραγμάτων έχασε και εκείνος;
Δεν είναι όμως και λογικά τα προνόμια που ζητείς. Έκανες ένα χρεός και δεν στέκει να ζητείς γι’ αυτό αμοιβή. Αν θέλεις όμως και να πληρωθείς, πάλι η αμοιβή πρέπει να είναι (ποιοτικά όχι ποσοτικά) ανάλογη προς τις υπηρεσίες που έχεις προσφέρει.
Πολέμησες παλικαρίσια; Πάρε ένα γαλόνι, δέξου ένα παράσημο. Σακατεύτηκες; Ζήτησε μια σύνταξη. Το πτυχίο όμως ούτε παράσημο είναι ούτε σύνταξη. Είναι απλώς και σαφώς μια απόδειξη. Απόδειξη ότι έχεις αποκτήσει αυτές τις ορισμένες ικανότητες για να ευδοκιμήσεις στην άλφα ή στην βήτα εργασία.
Πως θες να βεβαιώσω ότι τις κατέχεις, αφού δεν με αφήνεις να σε διδάξω με άνεση  και να ελέγξω κατόπι σοβαρά την επίδοσή σου;
Είμαι έτοιμος να σου σφίξω το χέρι, να σε στεφανώσω ακόμη σαν ήρωα, όχι όμως για το χατίρι σου να πλαστογραφήσω μιαν απόδειξη. Δηλαδή να εξαπατήσω και τους άλλους και εσένα. Έπειτα δεν καταλαβαίνεις ότι όνος σου ξεγελάς τον εαυτό σου;
Με νόμους μπορεί να γίνει σεισάχθεια απ’ όλα τα βάρη, όχι όμως και από τούτο εδώ. Τα χρέη προς την επιστήμη δεν τα σβήνεις, όσες αποδείξεις εξοφλημένες και αν σου δώσω. Θα τα χρωστάς σε όλη σου τη ζωή. Και οι τόκοι θα σου τρώνε τις λιγοστές προσόδους που θα έχεις από το λιγοστό κεφάλαιό σου. Αντί να χτυπήσεις αργότερα το κεφάλι σου και να ζημιώσεις ανεπανόρθωτα όχι μόνο τον εαυτό σου, αλλά και το έθνος, καλύτερα να φωνάζεις τώρα και να στενοχωρηθείς. Εγώ το κράτος δεν είμαι εδώ για να στέργω σ’ ότι μου ζητούν, αλλά για να κάνω ό,τι πρέπει, επειδή εγώ βλέπω μακρύτερα, ενώ εσύ έχεις τον πόνο σου και δεν μπορείς να δεις πιο πέρα…
Ποτέ δεν μιλήσαμε μια τέτοια γλώσσα στους νέους μας. Γι’ αυτό ας μην τους αδικούμε όταν έρχονται με τις απαιτήσεις τους. Ο τωρινός υπουργός παιδείας, που υπήρξα και ακαδημαϊκός δάσκαλος, έτσι πρέπει να τους μιλήσει. Είναι ακόμα καιρός να το κάνει, γιατί το προχθεσινό Διάταγμα με τις «ευεργετικές διατάξεις», όπως δεν είναι πρώτο, δεν θα μείνει και τελευταίο. Οι σπουδαστές ή οι γονείς τους και οι πολιτικοί τους προστάτες θα επανέλθουν στο υπουργικό γραφείο απαιτητικότεροι.
Αλλά κάποτε πρέπει να δοθεί τέλος σε αυτήν την υπόθεση, αν δεν θέλουμε να πέσουν τα εκπαιδευτικά μας ιδρύματα, ανώτερα και κατώτερα, σε τέλεια ανυποληψία, αν θέλουμε να κρατήσουμε όχι μόνο την ψυχή, αλλά και υψηλά το πνεύμα αυτού του λαού.

Ε. Π. Παπανούτσος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου