Γράφει ο Μιχάλης Αβατάγγελος.
Η μία μετά την άλλη, εφημερίδες που για πολλά χρόνια αντιπροσώπευαν την ουσία της ενημέρωσης στην Ελλάδα, δηλώνουν αδυναμία να ανταπεξέλθουν στα προβλήματα που δημιούργησε η κρίση και κλείνουν.
Κλείνουν, αφήνοντας στο δρόμο εκατοντάδες εργαζόμενους που έρχονται να προστεθούν στο τραγικό άθροισμα των ανέργων που στην πλειοψηφία τους είναι νέοι άνθρωποι, στην ηλικία της δημιουργίας.
Παρόλα αυτά πρέπει να σημειώσουμε ότι η οικονομική κρίση, ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Η παρακμή τους είχε ξεκινήσει εδώ και πολύ καιρό, όταν ακόμα τα φαινόμενα της οικονομικής κρίσης δεν ήταν ορατά.
Δίκαιες οι διαμαρτυρίες των ανθρώπων που χάνουν τη δουλειά τους αλλά
το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο.
Οι αντιδράσεις τους, μάταιες κατά τη γνώμη μου, γιατί το κράτος θα προστατέψει τους «συνεργάτες» του, έπρεπε να έχουν δρομολογηθεί εδώ και καιρό και μάλιστα σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση.
Η ανοχή που έδειξαν στις προσταγές των εργοδοτών τους, μετέτρεψε τις εφημερίδες σε κομματικά ή επιχειρηματικά όργανα και τις απαξίωσε στην συνείδηση του κοινού. Ο κόσμος σταμάτησε να τις αγοράζει ακριβώς γιατί ο τρόπος που διαχειρίζονταν τις ειδήσεις ήταν προβλέψιμος ανάλογα με τις πολιτικές που εξυπηρετούσαν. Αν κάποιος δεν φορούσε χρωματιστά γυαλιά στις αποχρώσεις του μπλε, του πράσινου ή του κόκκινου, δεν μπορούσε να τις διαβάσει. Χωρία αυτά τα γυαλιά τα κείμενα ήταν αόρατα. Με απλά λόγια, απαξίωσαν οι ίδιοι το προϊόν που πουλούσαν.
Δείγματα τέτοιας κακής επιχειρηματικής αντίληψης υπήρχαν αλλά δεν έγιναν παραδείγματα. Πριν από αυτούς και οι δισκογραφικές εταιρίες υπακούοντας στις προσταγές των τεχνοκρατών, προσπάθησαν να πουλήσουν μεγάλες ποσότητες από
προϊόν που όμως ήταν κακό και δεν μπορούσε να αντέξει στη διάρκεια. Οι εργαζόμενοι σ’ αυτές, ανακυκλώθηκαν πιο εύκολα στην ευημερούσα ακόμα αγορά και η κανονιά δεν ακούστηκε δυνατά. Τα εξασκημένα αυτιά όμως την «έπιασαν».
Όπως και να το κάνεις λοιπόν, φέρουν και οι εργαζόμενοι ένα μέρος της ευθύνης, καθώς διοχέτευαν στην αγορά, προϊόντα που δεν ήταν αντιπροσωπευτικά του εαυτού τους, αλλά των επιταγών του εκάστοτε εργοδότη, χωρίς αντίδραση. Μάλιστα πολλές φορές έκαναν και προτάσεις προς αυτή την κατεύθυνση και χαιρόντουσαν με τα εύσημα που εισέπρατταν.
Αν είχαν αφήσει για λίγο τα δημοσιογραφικά τους λημέρια και είχαν κατέβει μια βόλτα στα καφενεία, σημεία κατανάλωσης των προϊόντων τους, θα είχαν προσέξει
πόσοι άνθρωποι πετούσαν κυριολεκτικά απ’ τα χέρια τους την εφημερίδα που έπιαναν, μόλις διάβαζαν το τίτλο. Θα είχαν καταλάβει, πως δεν μπορεί κανείς να κοροϊδεύει τόσους πολλούς, και η κοροϊδία να διαρκεί επ’ αόριστο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου